Δελτίο τύπου

Την Κυριακή 7 Μαΐου 2017, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβας ιερούργησε στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Ασβεστοχώρι, με σκοπό την απόδοση τιμής στο Νεομάρτυρα άγιο Ακάκιο τον Ασβεστοχωρίτη.

Η μνήμη του Νεομάρτυρα τελείται στη Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου την 1η Μαΐου. Ο Σεβασμιώτατος για να εξασφαλισθεί  πάνδημη συμμετοχή όρισε την Κυριακή του Παραλύτου, ως ημέρα απόδοσης  τιμής.

Ο Σεβασμιώτατος με τρόπο ρεαλιστικό παρουσίασε την τραγικότητα της μοναξιάς του σύγχρονου ανθρώπου και την αντιπαρέβαλε με την κοινωνία προσώπων και την  πλησμονή της ζωής που προσφέρει ο Θεός στους δικούς Του. Τελειώνοντας, αναφέρθηκε στον Οσιομάρτυρα άγιο Ακάκιο που είχε τον ηρωισμό να θυσιάσει τη ζωή του για την ομολογία της πίστης του και την αποκατάσταση της σχέσης του με το Θεό.

Ο Συναξαριστής παραδίδει

Εις τον Άγιον Aκάκιον.
Aρνός δίκην σφάττουσι, φευ! διά ξίφους,
Tον κλεινόν Aκάκιον, άνδρες αιμάτων.
Ο Άγιος Οσιομάρτυρας Ακάκιος, κατά κόσμον Αθανάσιος, καταγόταν από το Νεοχώρι, σημερινό Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης και γεννήθηκε το 1792 μ.Χ. Οι γονείς του είχαν αναγκασθεί για βιοποριστικούς λόγους να μετακομίσουν το 1805 μ.Χ. στις Σέρρες, όπου παρέδωσαν τον εννιάχρονο Αθανάσιο σε κάποιον υποδηματοποιό, για να του διδάξει την τέχνη του. Όμως η σκληρή συμπεριφορά του και η κακομεταχείριση, εξώθησαν τον Αθανάσιο σε άρνηση της πίστης του, για να απαλλαγεί από τα βάσανα. Στην πράξη του αυτή τον προέτρεψαν και δύο Οθωμανές, οι οποίες παρακολουθούσαν την απάνθρωπη συμπεριφορά του αφεντικού του και υποσχόμενες μια καλύτερη ζωή στον μικρό Αθανάσιο, τον έπεισαν την ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής να αλλαξοπιστήσει. Μωαμεθανός, πλέον, ο Αθανάσιος δέχθηκε την πονηρή επίθεση της μητριάς του, η οποία, καθώς έβλεπε τον Αθανάσιο να μεγαλώνει και να ανδρώνεται, τον ερωτεύθηκε, όπως στην Παλαιά Διαθήκη ερωτεύθηκε τον Ιωσήφ η γυναίκα του Πετεφρή. Επειδή όμως αυτός δεν υποχώρησε και δεν υπέκυψε στο πάθος της μητριάς του, συκοφαντήθηκε από αυτήν στον θετό πατέρα του, με αποτέλεσμα να εκδιωχθεί από αυτόν. Εκμεταλλευόμενος αυτήν την ευκαιρία κατέφυγε στην Θεσσαλονίκη κοντά στους γονείς του, οι οποίοι είχαν εγκαταλείψει τις Σέρρες, μόλις πληροφορήθηκαν την αρνησιθρησκεία του.Στη συνέχεια, ακολουθώντας τις συμβουλές των γονέων του, μετέβη στο Άγιον Όρος, όπου, αφού περιπλανήθηκε σε αρκετές μονές, κατέληξε τελικά στην Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, στην συνοδεία του Γέροντα Νικηφόρου, ο οποίος τον παρέδωσε ως υποτακτικό στον Γέροντα Ακάκιο, για να τον προετοιμάσει για το μαρτύριο, όπως είχε κάνει και προηγουμένως με τους Οσιομάρτυρες Ευθύμιο και Ιγνάτιο.

Μετά από ένα διάστημα συνεχούς ασκήσεως και αδιάλειπτης προσευχής, ο Αθανάσιος, ο οποίος εκάρη μοναχός και μετονομάσθηκε Ακάκιος, έχοντας τις ευλογίες των λοιπών γερόντων ξεκίνησε, συνοδευόμενος από τον μοναχό Γρηγόριο, ο οποίος είχε συνοδεύσει νωρίτερα και τους δύο παραπάνω Οσιομάρτυρες, για την Κωνσταντινούπολη στις 10 Απριλίου. Ο Άγιος βάδιζε με χαρά προς το μαρτύριο.

Λίγο πριν την αναχώρησή του, πλήρης Πνεύματος Αγίου, έγραψε την ακόλουθη επιστολή προς τον γέροντα και τους αδελφούς μοναχούς:

«Πανοσιώτατε μοι κα πνευματικέ μου πάτερ δουλικς σο προσκυν κα τν γίαν δεξιάν σου σπάζομαι.

Τ παρόν μου ταπειν γράμμα δν εν’ ες λλο τί ε μ ες τ ν ζητήσω τν εχήν σας κα δι ν μάθετε κα τ καλό μας κατευώδιο μ τν χάριν το γίου Θεο κα μ τς δικές σας γίες εχές. Κατευωδωθήκαμεν ες τν βασιλεύουσαν τ 24η το πριλίου μηνς [κα μπήκαμεν μαζ μ τν γέροντά μου ες τ ργαστήρια τ χαβιαρτζίδικα, που κα λλην φορ μπκεν γέροντάς μου], κα λπίζω μ τν χάριν το γίου Θεο κα τς Κυρίας μου Βασίλισσας κα μ τς δικές σου θερμς δεήσεις πρς τν Κύριον κα τν συναδέλφων μου ν λάβη τέλος κι πόθεσίς μας.

Τος συναδέλφους μου πολ τος παρακαλ κα τος χαιρετ, ν μν μ λησμονήσουν κα κούγοντας τ μακάριόν μου τέλος ν εχαριστήσετε τν Κύριον μν ησον Χριστν κα τν Κυρίαν μου Βασίλισσα κα ν δοξολογήσετε κα ν καταλύσετε λη τν βδομάδα ν χαρ κα γαλλιάσει ψυχς. Δι τος κόπους πο δοκιμάσατε δι’ μ μέχρι σήμερα γ δν εμαι κανς ν σς εχαριστήσω, μόνον πουράνιος βασιλεύς μου ν σς ντιβραβεύση ν τ βασιλεία τν ορανν κα ν μς ξιώση Κύριος ν συγκατοικήσουμε μού. Κα σοι κόμη συνέδραμαν κα βοήθησαν ες ατ τ ργο ς λάβουν τν μισθό τους π τν πουράνιον βασιλέα μου.

κόμη λους τος γίους πατέρας τς ερς σκήτεώς μας ελαβς τος προσκυν, τν διδάσκαλό μου, τν γέροντα νούφριον τν σπάζομαι, κα τος συναδέλφους μου γέροντες, κάκιον, άκωβον κα Καλλίνικον. Χαιρετίσματα κα ες τν διδάσκαλον Γαβριήλ. Προσκυνήματα κα ες τν παπ γαθάγγελον, σπάζομαι τν δεξιάν του. Τν παπ Δοσίθεον μετ το γέροντός του κα τς συνοδίας του προσκυν, ς κα τν γείτονά μας τν Νεόφυτον μ τν συνοδία του. σπάζομαι μοίως κα τν γέροντα Μιχαλ κα τν συνοδίαν του. Τατα γράφω ν συντομί γέροντά μου κα πνευματικέ μου. Αριο λοιπν Παρασκευ 28 πριλίου μέλλω ν κινήσω ες τν δρόμον τς θλήσεως κα εθε ο γιες εχές σας ν μ βοηθήσουν. μήν».

Ο πλοίαρχος, άνθρωπος ευλαβής, όταν έμαθε τον σκοπό του ταξιδιού του Ακακίου, υποσχέθηκε στον Γρηγόριο να μεριμνήσει για την εξαγορά του λειψάνου του μετά το μαρτυρικό του τέλος και να το επανακομίσει ο ίδιος στο Άγιον Όρος. Ύστερα από δεκατρείς ημέρες έφθασαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου φιλοξενήθηκαν από κάποιον παντοπώλη, γνώριμο του Γρηγορίου. Το Σάββατο 29 Απριλίου, ο Άγιος Ακάκιος, αφού προετοιμάσθηκε κατάλληλα λαμβάνοντας τα Άχραντα Μυστήρια, ενδύθηκε με ρούχα τουρκικά και με την καθοδήγηση του αδελφού του καπετάνιου έφθασε στο κριτήριο, όπου ομολόγησε ενώπιον όλων των παρισταμένων την επάνοδό του στην πατρώα πίστη. Εξαιτίας αυτής του της ομολογίας κλείσθηκε φυλακή. Καθ’ όλη την διάρκεια της φυλακίσεώς του προσπάθησαν επανειλημμένα είτε με κολακείες και υποσχέσεις, είτε με βασανιστήρια και εκφοβισμούς να τον μεταπείσουν. Όλα αυτά όμως δεν κατάφεραν να τον κλονίσουν. Ιδιαίτερα μάλιστα ενισχύθηκε και προετοιμάσθηκε για να αντιμετωπίσει το μαρτύριο, όταν έλαβε τη Θεία Κοινωνία που του μετέφερε κρυφά στην φυλακή ο αδελφός του καπετάνιου με την ευλογία του μοναχού Γρηγορίου από το ναό της Παναγίας της Καταφιανής. Οι Τούρκοι προύχοντες, βλέποντας το σταθερό φρόνημα του Ακακίου, κατάλαβαν πως μάταια κοπιάζουν, γι’ αυτό και αποφάσισαν τη θανάτωσή του.

Έτσι, «ες τόπον καλούμενον Δακτυλόπορταν», ο Άγιος Νεομάρτυρας Ακάκιος παρέδωσε το πνεύμα του διά του ξίφους το 1816 μ.Χ. Την τρίτη ημέρα, σύμφωνα με την επικρατούσα συνήθεια, ο μοναχός Γρηγόριος εξαγόρασε το λείψανο του Μάρτυρος με χρήματα που συγκέντρωσε από τους παντοπώλες του Γαλατά και το μετέφερε στη νήσο Πρίγκηπο, όπου επιβιβάστηκαν στο πλοίο με το οποίο είχαν έλθει στην Κωνσταντινούπολη, με προορισμό το Άγιον Όρος. Στις 9 Μαΐου αποβιβάσθηκαν στο λιμενίσκο της μονής Ιβήρων και από εκεί μετέφεραν το τίμιο λείψανο στην Καλύβη του Αγίου Νικολάου, όπου το ενταφίασαν στο παρεκκλήσι των οσιομαρτύρων Ευθυμίου και Ιγνατίου μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, σύμφωνα με την επιθυμία του Οσιομάρτυρα.

Εκ του Γραφείου Τύπου

 

 

 

[justified_image_grid flickr_user=136043835@N03 flickr_photoset=72157680416547453]