ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Στο Grand Hotel την Πέμπτη 15 Μαΐου 2024 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβας παρέθεσε – συμπληρώνονται φέτος 50 χρόνια από την ίδρυση της Μητρόπολης της Δυτικής Θεσσαλονίκης -δείπνο προς τιμήν των διακονισσών της Ιεράς Μητρόπολης οι οποίες με θυσιαστική αγάπη υπηρετούν τις Κοινωνικές και Φιλανθρωπικές Δομές της Μητρόπολης.

Στο δείπνο παρακάθησε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κατερίνα Σακελλαροπούλου.

Ο Αμφιτρύων της βραδιάς, Σεβασμιώτατος κ. Βαρνάβας στην προσφώνησή του, αφού ανακάλεσε τα πρώτα χρόνια της σύστασης της Μητρόπολης κινήθηκε στη χρονογραμμή της ιστορίας της ζωής της Μητρόπολης και επεσήμανε τους βασικούς σταθμούς της.

Ο Σεβασμιώτατος με ευγνώμονα αισθήματα αναφέρθηκε στη διακονία των 600 και πλέον γυναικών που πλαισιώνουν το έργο της Μητρόπολης και οποίες ήταν παρούσες.
Στην αντιφώνησή της η Πρόεδρος φανερά συγκινημένη, αφού ευχαρίστησε τον Ποιμενάρχη της Δυτικής Θεσσαλονίκης για την πρόσκληση, υπογράμμισε την ανεκτίμητη αξία της εθελοντικής προσφοράς των κυριών.

Ο Σεβασμιώτατος σε ανάμνηση της επετειακής εκδήλωσης πρόσφερε στην Πρόεδρο μια ασημένια εικόνα φιλοτεχνημένη από τον εξαιρετικό αγιορείτη αγιογράφο π. Λουκά τον Ξενοφωντινό.

Το Δείπνο πλαισίωσαν καλλιτεχνικά τα χορευτικά της Ενορίας του Ιερού Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου ενώ το μουσικό σχήμα απέδωσε εξαιρετικά επιτυχίες από το ελληνικό πεντάγραμμο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρώτη κυρία της χώρας κατά τη διάρκεια της παραμονής της επισκέφτηκε το Συσσίτιο του Αγίου Αθανασίου Ευόσμου, το Γηροκομείο « Εστία Παπαγεωργίου», κατέθεσε στεφάνι στα Κοιμητήρια του Ζέιτενλικ.

Εκ του Γραφείου Τύπου της Ιεράς Μητρόπολης

ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΥΠΟΛΕΩΣ Κ.ΒΑΡΝΑΒΑ

ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ ΣΤΟ ΔΕΙΠΝΟ

ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Grand Hotel Palace, 16 Μαΐου 2024

 

1974

Τῆς ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως. Ὁ διάκονος ἀναγγέλει στόν λαό τοῦ Θεοῦ τή δημιουργία μιᾶς νέας Ἐπισκοπῆς ἐκτός τῶν τειχῶν, στά γεωγραφικά ὅρια τῆς Ἑσπερίας Θεσσαλονίκης.

Ἡ γραφίδα τοῦ Ντίνου Χριστιανόπουλου θά σημειώσει: «Ψωριάρες φτωχογειτονιές, πού βρήκατε τόσο παχιά ὁμοιοτέλευτα;». Ὁ Θεσσαλονικιός ποιητής ἀναρωτιέται καί ἐκφράζει ταυτόχρονα μέσα ἀπό τούς στίχους πώς τό μεγαλεῖο κρύβεται πάντοτε μέσα στην ἁπλότητα.

Ἕνα ὑπέροχο ταξίδι ξεκινᾶ…

Ἡ φωτεινή παρουσία τοῦ πρώτου ἀγγέλου τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Μητροπολίτου Διονυσίου τοῦ σοφοῦ, θεμελιώνει τό ἀγκωνάρι τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας. Τό πνευματικό μας οἰκοδόμημα ἀρχίζει νά χτίζεται.

Ὁ ἐνορίτης αὐτῆς τῆς Μητρόπολης εἶναι πονεμένος πρόσφυγας ἀπό πατρίδες ἀλησμόνητες, μετανάστης, παλιννοστών, ἀνήκει στή φυλή τῶν Ρομά, εἶναι καθημερινά σκληρά ἐργαζόμενος, φέρελπις ἐπιστήμονας, τίμιος οἰκογενειάρχης, ἀγωνιστής πολύτεκνος. Εἶναι ὅμως καί φυλακισμένος, πού ἀναμένει τήν ἐπίσκεψη τοῦ ἐλευθερωτῆ Χριστοῦ στό κρατητήριο.

Καταδικασμένος νά ζεῖ σέ ἕνα βεβαρημένο οἰκολογικά περιβάλλον, ἀποτελώντας ὁλοζώντανο κομμάτι ἑνός ὁλόκληρου κόσμου, πού εἶναι ἀφημένος στή μοίρα του ἀπο τήν πολυετή ἐγκατάλειψη τῆς ἐπίσημης πολιτείας, καθώς ὑφίσταται ταξικό ρατσισμό. Ὅλοι τους, ὅμως, ὀλυμπιονίκες τῆς καθημερινότητας, πού ποτίζουν τόν τόπο μέ τόν τίμιο ἱδρώτα τους, πού γίνεται ἁγιασμός.

Ὡς ἀντίβαρο σέ τούτη τήν ἄνυδρη πραγματικότητα ἔρχεται ἡ ἄγρυπνη μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ διακονία τῆς ἀγάπης καί τῆς προσφορᾶς πρός ὅλες τίς εὐαίσθητες κοινωνικές ὁμάδες. Σημαία καί λάβαρό της ὁ παύλειος λόγος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι τίποτα δίχως ἀγάπη. Ὅσες γλῶσσες καί ἄν κατέχει, ὅσα ἀξιώματα καί προσόντα, θά παραμένει πάντοτε ἕνα μεγάλο «τίποτε», ἄν δέν πραγματώνει λόγοις καί πράξεσι τή φράση τοῦ Ἰωάννη Θεολόγου: «τεκνία, ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».

Οἱ ἄνθρωποι τῆς Δυτικῆς Θεσσαλονίκης ἀρχίζουν νά γράφουν τίς σελίδες τῆς δικῆς μας ἱστορίας, γιατί διαθέτουν τό σθένος καί τό ὅραμα τῶν ἀποστόλων, τήν τόλμη τῶν πρώτων μαρτύρων καί τήν ἀναστάσιμη ἐλπίδα τῶν μυροφόρων. Γιατί, ὅλοι τοῦτοι κουβαλοῦν τῆς προσφυγιᾶς τραγούδι καί, καταπῶς λέγει ὁ ποιητής, ἀγωνίζονται κάθε στιγμή διατηρῶντας ζωντανή τήν ἐλπίδα καί χτίζοντας τή δική τους Κιβωτό, γιά νά ταξιδέψει καί νά χωρέσει μέσα της ὅσους περισσότερους μπορέσει, ὥστε νά τινάξει καί πάλι ρίζες ἡ ζωή: «Καί πῆρες τοῦ καιροῦ τ’ ἀλφαβητάρι/καί τῆς ἀγάπης λόγια φυλαχτό/για νά ’βρει πάλι ρίζα τό χορτάρι/καί πῆρες τήν ἐλπίδα καί τή χάρη/ψηλά νά πᾶς νά χτίσεις Κιβωτό/μέ τήν ἐλπίδα μόνο καί τή χάρη (Μάνος Ἐλευθερίου).

Καί ἰδού. Ὁ Θεός μᾶς ἀξιώνει νά ἑορτάζουμε τό Χρυσό Ἰωβηλαῖο, τά 50 ἔτη τῆς Μητρόπολής μας, τά μαλαματένια χρόνια, γιά νά μᾶς ὑπενθυμίζουν ὅτι ἡ Ἱστορία γράφεται ἐκεῖ πού εἶναι οἱ ἄνθρωποι καί ἡ συνέχειά της, τά κλήματα τοῦ ἀμπελῶνος τοῦ Χριστοῦ.

Γιατί ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ μεταμόρφωση τοῦ κόσμου. Τοῦ κόσμου τούτου, μέ τίς πληγές του καί τά ἀνοιχτά τραύματα πού κουβαλᾶ, ποθώντας τά θαύματα. Ἐκείνη, ὡς μητέρα μεγαλόψυχη, -στά βήματα τῆς Θεοτόκου,- ἔχει χρέος νά ἀνακαινίζει τό ἄδειο πρόσωπο τῶν ἀνθρώπων καί νά ἀντιμετωπίζει τούς πάσης φύσεως φανατισμούς καί ἀκρότητες.

Τέτοιες στιγμές ἀναλογίζομαι μέ βαθειά νοσταλγία πρόσωπα ἀγαπημένα, πού μᾶς χάρισαν τή δύναμη τῆς ἀγάπης τους καί τήν εὐλογία τῆς παρουσίας τους καί ἡ μνήμη ζωντανεύει καί πάλι ἀνθρώπους πού πλέον κατοικοῦν στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Κι ἐγώ ἀπομένω ἐδῶ, νά αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά τούς μνημονεύω ἀενάως στό Ἅγιο Θυσιαστήριο. Ἡ θύμισή τους ψίχουλο προσκομιδῆς. Τῆς ἀγάπης, τοῦ κόπου καί τῆς διακονίας σας μνησθείη Κύριος ὁ Θεός.

Εὐχαριστίες καί εὐγνωμοσύνη ἀπό καρδιᾶς ὀφείλω καί ἀναπέμπω πρός ὅλους τούς ἀγαπημένους ἀδελφούς μου συμπρεσβύτερους, τούς λαϊκούς μας συνεργάτες, ὅλους ἐκείνους τούς ἄξιους συνοδοιπόρους, καί κυρίως πρός τόν λαό τοῦ Θεοῦ, δίχως τή στήριξη τοῦ ὁποίου τίποτα δέν θά γινόταν πραγματικότητα.

Τό θαῦμα συντελέσθηκε. Οἱ παράγκες ἔγιναν σπιτικά. Τά παραπήγματα μεταμορφώθηκαν σέ Ἐκκλησίες. Τά ἐρείπια ἄνθισαν. Χτίστηκαν καινούργιοι Ναοί καί νέες Ἐνορίες. Γεννήθηκαν πνευματικά κέντρα, ἐνοριακές νεανικές ἑστίες, κατασκηνώσεις, καί ἁπλώθηκε δίκτυ ἀσφαλείας μέ τίς κοινωνικές δομές, ἐνῶ τά Συσσίτια τῶν ἀναγκεμένων διασώζουν τό θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων. Ἡ «Φιλοξενία» καρκινοπαθῶν καί συγγενῶν ἀσθενῶν, ἡ «Ἑστία» καί ἡ «Φροντίδα Παπαγεωργίου» γιά τήν περικράτηση τῶν γερόντων, μέ τήν οὐσιαστική συμβολή τοῦ «Ἱδρύματος Παπαγεωργίου», ὑπηρετοῦν τόν ἀσθενῆ καί τόν πάσχοντα. Πρόταση Πολιτισμοῦ οἱ δράσεις τοῦ Μουσείου Προσφυγικοῦ Ἑλληνισμοῦ, τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς, Ἔντεχνης καί Παραδοσιακῆς Μουσικῆς, τῶν Χορωδιῶν καί τῶν ἐνοριακῶν μουσικῶν και χορευτικῶν σχημάτων.

Σ’ αὐτή μας τή χαρά καί τή γιορτή τῆς ἑνότητάς μας, σ’ αὐτό τό φανερό δεῖπνο, πρός τιμήν τῶν διακονισσῶν, πού κοινωνοῦμε καί μοιραζόμαστε τήν ἀγάπη, ἡ χαρά μας μεγαλώνει ἐπειδή ἔχουμε τήν ἐξαιρετική τιμή νά ὑποδεχόμαστε τήν ἐξοχωτάτη Πρόεδρο τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ἡ ὁποία ἀπό τό πρωί βηματίζει καί ἐπισκέπτεται τή Μητρόπολή μας.

Κυρία Πρόεδρε,

Σᾶς ὑποδέχομαι μέ κάθε τιμή ἐκ μέρους τοῦ ἱεροῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ μας, καί σᾶς εὐχαριστῶ πού ἀποδεχτήκατε τήν πρόσκλησή μας. Εὐχαριστῶ τούς συνεργάτες σας. Εὐχαριστῶ τούς συνεργάτες μου στήν Τοπική Αὐτοδιοίκηση, οἱ ὁποῖοι στηρίζουν τό βηματισμό μας καί σᾶς συντροφεύουν ἀπόψε.

Παρουσιάζω ἐνώπιόν σας τό ἐκλεκτότερο κομμάτι τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, τίς γυναῖκες μας πού ὑπηρετοῦν ὡς ἐθελοντικός στρατός ἀγάπης, προσφορᾶς καί διακονίας. Εἶναι οἱ γυναῖκες

πού ἀναπαύονται στήν κούραση

πού ξεκουράζονται στήν ὀρθοστασία

πού χαίρονται στήν προσφορά

πού δείχνουν τῆς ἀγάπης τόν δρόμο

πού ὑπενθυμίζουν ὅτι ἄν θέλεις νά λέγεσαι ἄνθρωπος, δέν θά πάψεις οὔτε στιγμή νά ἀγωνίζεσαι γιά τήν εἰρήνη καί τό δίκαιο

καί μᾶς διδάσκουν ὅτι ὁ κόσμος ὑπάρχει μόνο ὅταν τόν μοιράζεσαι

καί ὅτι, ὅταν δέν πεθαίνει ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλον, εἴμαστε ἤδη νεκροί.

Τά πρόσωπά τους στό ψηφιδωτό τοῦ Χρυσοῦ Ἰωβηλαίου ψηφίδες χρυσές, μοναδικές καί ἀνεπανάληπτες.

Ἐπιτρέψτε μου, μέ τήν ἀφορμή τῆς παρουσίας σας στό δεῖπνο πρός τιμή τῶν κυριῶν, νά σᾶς ἐπιδώσω ἕνα ἀσημένιο ἀντίγραφο ἀπό τό πρωτότυπο ἔργο τοῦ Ἱερομονάχου Λουκᾶ τοῦ Ξενοφωντινοῦ, τό ὁποῖο σᾶς «ὑποδέχτηκε» τό πρωί κατά τήν ἐπίσκεψή σας στό Ἐπισκοπεῖο. Ὁ μοναδικός του χρωστήρας ἀπεικονίζει τό «τῆς διακονίας ἔργον» σέ μιά «Λειτουργία μετά τή Λειτουργία».

Γιά νά ἀποτελεῖ μνήμη καί θύμηση γιά ὅλους ἐκείνους, ζῶντες καί κεκοιμημένους, πού τόλμησαν νά ὀνειρευτοῦν, πού δέν φοβήθηκαν νά ἀναμετρηθοῦν μέ τό σκοτάδι καί νά τό νικήσουν, πού ἀγάπησαν βαθειά τόν διαφορετικό συνάνθρωπο, πού ἔρχονται ἀπό τούς αἰῶνες καί πρός τόν μέλλοντα αἰώνα πορεύονται… Ἐκεῖ πού οἱ «ψωριάρες φτωχογειτονιές» μεταμορφώνονται σέ ὁλόφωτες πολιτεῖες στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Χριστός Ἀνέστη!