Η ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΣΤΗΝ ΕΣΠΕΡΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Η εκτός των τειχών Δυτική Θεσσαλονίκη από την αρχαία εποχή και μέχρι την έναρξη της Χριστιανικής περιόδου αδιάλειπτα και διαχρονικά ήταν τόπος άμεσα συνδεδεμένος με τη ζωή της σπουδαίας και μεγάλης πόλεως Θεσσαλονίκης. Από αυτήν υδροδοτείτο και ετροφοδοτείτο, σ’ αυτήν έθαπτε τους νεκρούς της και σ’ αυτήν ετελούντο τα “Δημήτρια”, η μεγάλη πανήγυρις των Βαλκανίων και όχι μόνον.
Τον τόπο ευλογεί στον πρώτο μετά Χριστόν αιώνα η διέλευση του Αποστόλου των εθνών Παύλου, ο οποίος εισέρχεται από τα δυτικά, από τη σημερινή οδό Λαγκαδά και τη Λυταία Πύλη, για να ευαγγελίσει τους Θεσσαλονικείς, προς τους οποίους στη συνέχεια θα απευθύνει και δύο από τις επιστολές του.
Ήδη οι πρώτοι οικισμοί, Ναοί και εργαστήρια αναπτύχθηκαν έξω από την πύλη του Αξιού και μέχρι το 1922 μαρτυρείται ζωή και κίνηση ανθρώπων. Μετά την μικρασιατική καταστροφή χιλιάδες προσφύγων από την μαρτυρική ανατολή εγκαθίστανται στα δυτικά και ιδρύουν τις κοινότητές τους: Νεάπολη, Αμπελόκηποι, Εύοσμος, Συκιές, Πολίχνη, Μενεμένη, Κορδελιό, Ευκαρπία, Ωραιόκαστρο, ενώ ταυτόχρονα πρόσφυγες εγκαθίστανται και στα χωριά του κάμπου (Σίνδος, Διαβατά, Καλοχώρι), όπου προηγουμένως υπήρχαν εντόπιοι πληθυσμοί. Τα σημερινά ποιμαντικά όρια της Ιεράς Μητροπόλεως ταυτίζονται με αυτό που γνωρίζουμε ως Δυτική Θεσσαλονίκη και περιλαμβάνουν τους Δήμους: Νεαπόλεως – Συκεών, Παύλου Μελά, Ευόσμου – Κορδελιού, Αμπελοκήπων – Μενεμένης, Δέλτα, Χορτιάτη – Πυλαίας και την Ξηροκρήνη του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Έως το 1974 εκκλησιαστικά η περιοχή υπάγεται στην πνευματική δικαιοδοσία της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, με 20 ενορίες στον αστικό ιστό της δυτικής Θεσσαλονίκης.
Το 1974 με την ευλογία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κοινή απόφαση της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Ελληνικής Κυβερνήσεως ιδρύεται η Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως.
Πρώτος Μητροπολίτης της αναδεικνύεται ο μακαριστός Διονύσιος Λαδόπουλος, προσφυγικής καταγωγής, ο οποίος εποίμανε (1974-2004) με περισσή αγάπη και ακατάβλητη εργατικότητα το εμπιστευθέν ποίμνιο. Στο διάστημα της Αρχιερατείας του κτίσθηκαν και ανακαινίσθηκαν εκ βάθρων 30 Ναοί, μεγαλόπρεποι και ικανοί να καλύψουν τις λειτουργικές ανάγκες μιας Μητρόπολης που σταδιακά αύξανε τα πληθυσμιακά της δεδομένα, καθώς η αστυφιλία και οικονομικοί λόγοι ενίσχυαν την εσωτερική μετανάστευση. Το 1990 προστέθηκαν και οι εκ Ρωσίας παλλινοστήσαντες νεοπρόσφυγες με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν νέες πνευματικές ανάγκες και νέο πεδίο εργασίας.
Το 2004 μετά την παραίτηση του Γέροντος Μητροπολίτου κυρού Διονυσίου λόγω ασθενείας τα ηνία της Μητροπόλεως ανέλαβε ο νυν Μητροπολίτης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Βαρνάβας, πνευματικό ανάστημα του προκατόχου του, προσφυγικής καταγωγής κι αυτός, ο οποίος μέχρι σήμερα ποιμαίνει θεοφιλώς την επαρχία συνεχίζοντας το έργο του μακαριστού Διονυσίου.
Στα χρόνια της αρχιερατείας του ιδιαίτερη βαρύτητα λόγω των οικονομικών προβλημάτων της χώρας και του λαού μας δόθηκε στην φιλανθρωπία, στο κοινωνικό έργο και στην ποιμαντική διακονία. Σήμερα λειτουργούν 53 ενορίες με ανάλογα φιλόπτωχα ταμεία, 30 συσσίτια και τράπεζες τροφίμων, παιδικός σταθμός, ξενώνες φιλοξενίας, κατασκη-νώσεις, καθώς και άλλες δομές κοινωνικής στήριξης (Κοινωνικό Ιατρείο, Φαρμακείο, Παντοπωλείο, Τράπεζα Ρουχισμού), ενώ καθημερινά σιτίζονται περίπου 7.500 άποροι.
Η Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, η Μητρόπολις των προσφύγων, δίδει σήμερα μαρτυρία Χριστού και στέκεται με τιμή και πνεύμα διακονίας και αγάπης στο πλευρό του δοκιμαζόμενου λαού μας, των εργαζομένων, των απλών, ταπεινών, με αρχοντιά και ευσέβεια ανθρώπων.