ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης

α) Στο συναξάρι της Κυριακής της Ορθοδοξίας αναφέρονται τα ε­ξής: «Τη πρώτη Κυριακή των Νηστειών, ανάμνησιν ποιούμεθα της ανα­στη­λώσεως των αγίων και σεπτών Εικόνων, γενομένης παρά των αει­μνή­στων Αυτοκρατόρων Κωνσταντινουπόλεως, Μιχαήλ και της μη­τρός αυ­τού Θε­οδώρας επί της Πατριαρχείας του αγίου και ομολογητού Με­­θο­δί­ου». Α­κο­λουθούν οι στίχοι: «Τας ου πρεπόντως εξορίστους εικόνας, χαίρω πρε­πό­ντως προσκυνουμένας βλέπων».

β) Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μία, αγία, καθολική και αποστο­λι­κή Εκκλησία, ενώ ταυτόχρονα είναι η Εκκλησία των Πατέρων. Διότι οι ά­γι­οι Πατέρες συνερχόμενοι σε ιερές Συνόδους σηκώνοντας το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της ευθύνης, διέσωσαν την ορθή πίστη για το πρόσωπο του Κυ­­ρίου η­μών Ιησού Χριστού. Και δίδαξαν απλανώς ότι, στην υπόστασή Του συνυ­πάρ­χουν το κτιστό και το άκτιστο, το ορατό και το αόρατο, το παθητό και το απαθές, το περιγραπτό και το απερίγραπτο.

γ) Ο εικονισμός του προσώπου του Χριστού στηρίζεται στα ιδι­ώ­μα­τα της ανθρώπινης φύσης Του και στο γεγονός της θείας ενανθρώπησης. Γι΄ αυτό προφανώς και στην Παλαιά Διαθήκη δεν ήταν συνηθισμένη η χρή­­ση εικόνων. Όμως, ο Θεός Λόγος έγινε άνθρωπος και προσέλαβε την αν­­­θρώπινη φύση, «εθαυματούργησε, έπαθε, εσταυρώθη, ανέστη, α­νε­λή­φθη και πάντα ταύτα κατά αλήθειαν γέγονε, και ωράθη υπό των αν­θρώ­πων» κατά τον άγιο Ιωάννη Δαμα­σκη­νό. Οπότε, όλα αυτά τα γεγο­νό­τα ιστορούνται και απεικονίζονται.

δ) Οι ιερές εικόνες του Κυρίου, της Παναγίας και των αγί­ων έχουν παι­δαγωγικό και αναγωγικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα λειτουργούν ως διαρ­κής υπόμνηση και διδαχή. Συμβάλλουν στη γνω­ρι­μία και την κοι­νω­νία με τα ει­κονιζόμενα πρόσωπα. Γι΄ αυτό και ο ορθόδοξος λαός τιμά ι­δι­αί­­τερα τις ει­­κόνες. Η τιμή που αποδίδεται σε αυτές μεταβιβάζεται στο πρω­τότυπο, δη­λα­δή στα πρόσωπα που εικονίζουν. Ακόμη, οι μορφές των α­γίων υ­πεν­θυ­μί­ζουν τα ανδραγαθήματά τους και ενισχύουν τους πιστούς στην ανδρεία, το ζήλο και τη μίμηση των αρετών τους.

ε) «Σε κάθε εικόνα του Χριστού, της Παναγίας ή κάποιου αγίου βλέ­που­με τον Χριστό, την Παναγία ή τον άγιο που εικονίζεται. Γι’ αυτό και οι ει­κόνες δεν αναγράφουν “εικόνα του Χριστού” ή “εικόνα της Θεοτόκου” κτλ., αλλά Χριστός, Θεοτόκος, άγιος Γεώργιος, άγιος Δημήτριος κ.ά.», γρά­φει ο ομότιμος καθηγητής Γεώργιος Μαντζαρίδης σε ένα καλαίσθητο και θαυμάσιο βιβλίο που εκδόθηκε από την Ιε­ρά Κοινότητα του Αγίου ΄Ορους με τίτλο: «Οι θαυ­ματουργές εικόνες στο Περιβόλι της Παναγίας», (εκδ. Σύγχρονοι Ορί­ζο­ντες 2013, σ. 22).

στ) Σε άλλο σημείο του βιβλίου αναφέρεται ότι: «Η αλή­θεια της Εκ­κλη­σίας έχει υ­πο­στατικό χαρακτήρα. Βρίσκεται στο πρόσωπο, φα­νερώ­νεται με το πρό­σωπο και μετέχεται με προσωπική κοινωνία. Η μορφή του αγίου που α­πο­τυ­πώνεται στην εικόνα αισθητοποιεί την πα­ρουσία του… Η ταύτιση της Ορθοδοξίας με την αλήθεια των εικόνων φανε­ρώ­νει την ταύ­τι­σή της με την αλήθεια του προσώπου ή της υπο­στά­σεως. Α­­πόλυτη αλή­θεια για την Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ο Τρισυ­πό­στα­τος Θεός: Ο α­ό­ρα­τος Θεός Πατέρας, ο Υιός του Θεού, που είναι “εικών του Θεού του α­ο­ράτου ”, και το ΄Αγιο Πνεύμα που ενοικίζει στον άνθρωπο τον Χρι­­στό και πα­ρέχει σ’ αυτόν την κατ΄εικόνα Θεού υπόστασή του» (ό.π., σ. 23).

ζ) Οι παραπάνω δογματικές προϋποθέσεις έχουν προεκτάσεις στην κοινωνική ζωή. «Στο πρό­σω­πο κάθε ανθρώπου ει­κο­νί­ζε­ται ο Θεός: “Είδες τον αδελφόν σου, είδες κύριον τον Θεόν σου”. Γι΄αυτό και η συ­μπε­ριφορά του αν­θρώ­που απέναντι στον πλησίον του εκλαμ­βά­νε­ται ως συ­μπε­ρι­φο­ρά απέναντι στον ίδιο τον Χριστό» (ό.π. σ.23). Οπότε, ο αγώνας της Εκ­κλη­σίας για την προσκύνηση των ιερών εικόνων και η σύνδεση της Ορ­θο­δο­ξίας με την πανηγυρική αναστήλωσή τους δεν είναι τυχαία. ΄Εχει βα­θύτερο σωτηριολογικό και κοινωνικό νόημα. Εκείνος που τιμά τις ει­κό­νες του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων, καλείται να τιμά και τους «κατ΄ ει­κόνα Θεού» συνανθρώπους του.