Ο ΑΓΙΟΣ ΤΩΝ ΣΚΛΑΒΩΝ ΚΑΙ Ο ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ

π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης

  α) Το Σάββατο 24 Αυγούστου του 1779 απαγχονίστηκε ο μεγάλος δι­δά­σκαλος του γέ­νους και ιερομάρτυρας Κοσμάς ο Αιτωλός. ΄Ισως φαί­νεται πα­ρά­δο­ξο, αλλά το ειρηνικό του έργοαναγνώρι­ζανεκτός από τους Χρι­στιανούς και πολ­­­­λοί Τούρκοι. Ακόμη και αυ­τός ο Κουρτ Πα­σάς που έδωσε ε­­ντολή να θα­να­τω­θεί, όπως μαρτυρεί ο πιστός μα­θητής του αγίου Σάπ­φει­ρος Χριστο­δου­λίδης, «εμε­τα­νόησε διατί εγε­λάσθη και δια μάταιον κέρ­δος εθανάτωσε τοι­­­­ού­τον α­θώον και ειρηνικόν άνθρωπον».

β) Από Επιστολή του Πατροκοσμάπρος τον αδελφό του Χρύ­σανθο, πουγρά­φτηκε λίγους μήνες πριν το μαρτύριό του, φαίνεται ότι ήταν αγα­πη­τός και γινόταν ευρύτερα α­πο­δε­κτός. Εκείνοι που τον αντι­πα­θούσαν, διότι ε­πέ­μενε στην τήρηση της αργίας της Κυρια­κής, ήταν οι Εβραί­οι. Γρά­φει στην εν λόγω επιστολή: «Δέκα χι­λιάδες Χρι­στια­νοί με αγαπώσι και ένας με μισεί. Χίλιοι Τούρκοι με α­γα­πώ­σιν και ένας όχι τόσον. Χιλιά­δες Εβραίοι θέ­λουν τον θάνατόν μου και ένας όχι».

γ) Ιδιαίτερη όμως ήταν η σχέση του αγίου Κοσμά με τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Η συνάντηση των δύο ανδρών μαρτυρείται στο Τε­πε­λένι. Εκεί, όταν κάποιοι κινήθηκαν απειλητικά εναντίον του αγίου διαλύοντας τη σύναξή του, εκείνος κα­τέ­φυγε στο αρχοντικό της Χάμκως, μητέρας του Αλή, η οποία τον προ­στάτεψε. Την ώρα του βραδινού φαγητού ο διορα­τι­κός επισκέπτης είπε στο νεαρό Τουρκαλβανό: «Θα γίνης μεγά­λος άν­θρω­πος· θα κυριεύ­σης όλη την Αρβα­νι­τιά· θα υπο­τά­ξης την Πρέ­βε­ζα, την Πάρ­­γα, το Σούλι, το Δέλβινο, το Γαρ­δί­κι και αυτό το τάχτι του Κουρτ Πα­σά. Θα αφήσης μεγάλο όνομα εις την Οι­κουμένην».

δ) Και πρόσθεσε: «Αυτή είναι η θέλησις της Θείας Προνοίας. Ενθυ­μήσου όμως σε όλη τη διάρκεια της εξουσίας σου να αγαπάς τους Χριστια­νούς, αν θέλης να μείνη η εξουσία εις τους διαδόχους σου». Την άλλη μέ­ρα το πρωί ο παρορμητικός νεαρός ρώτησε τον άγιο, αν θα πάει στην Κωνστα­ντι­νού­πο­λη. Τότε ο προορατικός ιερομόναχος απάντησε: «Και στην Πόλιν θα πας, μα με κόκκινα γένεια!».

ε) Ο Αλής δεν πρόλαβε να διευ­κρι­νίσει, τι σή­μαινε η τε­λευ­ταία φράση. Όμως, εντυπωσιασμένος στην πορεία της ζωής του από την επα­λή­θευση των προρ­ρήσεων αλλά και την ανάμνηση της εμπνευσμένης δι­δα­χής του α­γί­ου, τον τίμησε υπερβαλλόντως. Όταν κατέλαβε το Μπε­ρά­τι, έδωσε εντο­λή στον Μη­­­τροπολίτη Βελεγρά­δων Ιωάσαφ να κάνει ανα­κο­μι­δή του λει­ψάνου του α­­γίου και να κτισθεί ναός και μοναστήρι στο όνομά του. Με ε­πι­­στο­λές και φιρμά­νια προέτρεψε τους προεστούς και τους κα­τοί­κους της ευ­ρύ­τερης περιοχής να προ­σφέ­ρουν για την αποπεράτωση του μονα­στη­ριού, το οποίο ενί­σχυσε οικονο­μι­κά και ο ίδιος.

στ) Στη συνέχεια ο Αλή Πασάς εγκαινίασε την εκκλησία και όρισε τριή­μερη εμπορική πανήγυρη στο Κολικόντασι στις 23, 24 και 25 Αυ­γού­στου. Παράλληλα οργάνωσε μεγαλοπρεπή λιτανεία της κά­ρας και των λειψάνων του στα Γιάννενα με τη συμμετοχή του χριστια­νι­κού κλήρου και του λαού, αλλά και πολλών τούρκων.΄Ηδη από το 1815 καθιερώθηκε η εορτή του αγίου «δια βεζυρικής διαταγής».΄ Ελεγε χαρακτηριστικά: «Τούτο το κα­λό­γερο, ωρέ, ήταν αληθινό προφήτη. Ήρθε σπίτι μου, στο Τεπελένι, και με ευκή­θηκε, ωρέ, και μου είπε όλα όσα έκαμα, σαν να τα είχε γραμ­μέ­να στο κι­τάπι!».

ζ) Όταν κάποιος φανατικός μουσουλμάνος ειρωνεύτηκε τον Αλή Πα­σά, διότι τιμούσε τον άγιο Κοσμά, εκείνος απάντησε: «Φέρετέ μου ένα μου­σουλμάνο, σαν κι αυτόν τον χριστιανό και να του φιλήσω τα πόδια». Δρα­μα­τικό ήταν το τέλος του Αλή. Όταν το 1822 επαναστάτησε εναντίον του Σουλτάνου, εκείνος διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Το αιμό­φυρτο κε­φά­λι του μεταφέρθηκε στην Πόλη και επιβεβαιώθηκε έτσι η προφητεία του Πατροκοσμά, «ότι θα πάει στην Πόλη με κόκκινα γένια».