ΥΥΠΗΡΞΕ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ;

π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης

α) Γράψαμε και άλλοτε ότι, υπάρχει μια τάση τα τελευταία χρόνια στους κύκλους πολλών  λογίων να υπο­τιμάται η προσφορά της Εκκλησίας στον πο­λι­τισμό, τα γράμματα, τις τέχνες και την παιδεία. Η υποτίμηση αυ­τή αναφέρεται τόσο στην περίοδο της Τουρ­κοκρατίας, όσο και στους νε­ώ­τε­ρους χρόνους. Ε­νοχ­λεί ορι­σμέ­νους, που στις γραπτές μαρτυρίες υπάρ­χει το ζεύ­γμα «κληρικός – παιδεία». Ενοχλεί επίσης ότι, η Εκ­κλη­σία ταυ­τίζε­ται με των «Ελ­λή­νων τις Κοι­νό­τητες», αφού αποτέλεσε και εξακο­λου­θεί να απο­τε­λεί συ­νε­κτι­κό και ενο­ποι­η­τικό πα­ρά­γοντα του γένους. ΄Οταν άλ­λοι συνεχίζουν να διαιρούν και να κομ­μα­τιά­ζουν το λαό, η Εκ­κλησία αγωνίζεται να ενο­ποι­εί τα διε­στώ­τα και να διασώζει, όπως τότε, έτσι και σή­μερα την κοινωνική συνοχή, καλλιεργώντας την κοινωνική αλληλεγ­γύη.

β) Απαξιώνουν ορισμένοι το γεγονός ότι, η Εκκλησία έγινε κιβωτός που έ­σω­σε το γένος, τη γλώσσα και τον πολιτισμό, έστω και αν αυτό της κόστισε σε ανθρώ­πι­νο δυναμικό, αλλά και σε επίπεδο θεολογικό. Θέλουν να παραθεωρήσουν και να δια­βά­λουν τη συνεισφορά της με αφορμή αν­­θρώ­πι­νες αστοχίες και μικρότητες. ΄Ετσι επι­στρα­τεύουν διάφορα επι­χειρή­ματα, ή α­­­­πο­­­σι­ω­­πούν σημαντικές εκκλησια­στι­κές πρωτοβουλίες και α­ξιό­λο­γες εκδοτικές συλ­λογές της Τουρ­­κο­κρα­τίας.

γ) Να αναφερθεί λ.χ. ότι, στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυ­κλο­παί­δεια δε γράφεται τίποτε για τη Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, που εκδόθηκε στα 1782 και θα έπρεπε να κατέχει μια από τις πρώτες θέσεις στα κείμενα του Νεοελ­λη­νι­κού Δια­φω­­τι­σμού. Η συλλογή αυτή αναδεικνύει αφενός τη δια­χρονική πορεία της ελληνικής γλώσσας, αφού φιλοξενεί κεί­­με­να από τον 4ο έως τον 15ο αιώνα. Και αφετέρου, το ασκητικό και σταυ­ροα­να­στά­­σιμο μήνυμα του Ευαγγελίου που απηχείται στη Φιλο­καλία, στή­ριζε πνευ­μα­τικά τους υποδού­λους και σε συνδυασμό με άλλες εκκλησιαστικές εκδό­σεις στέριωνε τα γράμματα και αναπτέ­ρω­νε την αποσταμένη ελπίδα.

δ) Σπου­­δα­σμέ­νοι οι πιο πολλοί νεοέλληνες της άρχουσας κοινω­νι­κής τάξης σε δυτικόφερτα κολλέγια και πανε­πι­στή­μια του εξωτερικού και ε­πη­­ρεασμένοι από το α­ντι­­χριστιανι­κό πνεύμα που επικράτησε εκεί, σπεύ­δουν να το με­τα­φέ­ρουν άκριτα στα καθ΄ ημάς. Διότι, ό­ντως στη Δύ­ση ο Ρω­μαιο­­κα­θολικισμός, εξαιτίας της ποιμαντικής του φόβου που εφάρμοζε για πολλούς αι­ώνες, ευθύνεται για τα νεώτερα αθεϊ­στι­κά  κι­­­­­­νήματα. Η ιε­ρά εξέ­τα­ση, το κυνήγι των μαγισσών, ο διά πυράς θάνατος, οι πίνακες  α­­πα­­γο­­ρευ­μένων βιβλίων, τα συγχωροχάρτια, καθώς και άλλες υπε­ρβά­σεις του Ρω­μαι­οκα­θο­λι­κι­σμού, που αποτελούν διαστρέβλωση του Ευαγγελίου, δη­μι­ούρ­γη­σαν τις προϋ­­­­­πο­θέ­σεις, για να αναπτυχθεί έντονη α­ντι­­θρη­σκευ­τι­κή και αντι­εκ­κλησιαστική  κρι­­­­­τι­­κή και τελικά να γεννηθεί ο αθεϊσμός.

ε) ΄Ετσι οι περισσότεροι λόγιοι, πολιτικοί και διαμορφωτές της κοι­νής γνώμης  στον τόπο μας, επηρεασμένοι από όλα αυτά χα­λκεύουν ένα σκο­τει­­νό με­σαίωνα και για την Ανατολή. Και όταν δεν παρουσιάζουν τη Ορ­θό­δο­ξη Εκ­κλη­σία ως οπισθο­δρο­μική, σκοταδιστική και αφι­λά­νθρω­πη, στέ­κο­νται αρνητικά και με προκατάληψη απέ­ναντί της. Από την άλλη πλευρά, πολλοί εκκλησιαστικοί ηγέτες σπεύδουν να στη­ριχ­θούν στο έν­δο­ξο εκκλησιαστικό παρελθόν, χωρίς να σκέπτονται ότι οι ίδιοι α­ναδει­κνύο­νται από το πνευματικό τους έργο στο παρόν  και με βάση αυτό θα κρι­θούν στο μέλ­λον. Δηλαδή, θα κριθούν από το γεγονός, εάν ακολουθούν τον Σωτήρα Χρι­­στό, τον Μέγα Αρχιερέα στον Σταυρό για τη σωτηρία του κόσμου.

στ) Μέσα στο παραπάνω αρνητικό κλίμα αμφισβητείται και το «Κρυ­φό Σχολειό», που δεν εί­ναι ε­φεύ­­ρη­μα της Εκκλησίας. Ο θρύλος του «Κρυφού Σχολειού» που προήλθε από τη λαϊ­κή συ­νεί­δη­ση, μπήκε στα σπουδαστήρια πολλών ιστορικών και ξαναγύρισε με την τέχνη και την ποίηση σ’  αυτόν, μεταφέρει μια αλήθεια: ότι τα γράμ­­­μα­τα στην Τουρκο­κρατία απαιτούσαν κόπους, θυσίες και ώρες ποδαρόδρομο κάτω από τον τρόμο του κατακτητή. Το «Κρυφό Σχολειό» μάλλον έλαβε διάφορες μορφές: Κα­ταρ­χήν ήταν φανερό σχο­λείο που λειτουργούσε με το φόβο α­να­στολής της λει­τουρ­γίας του, εάν ξεσπούσε κά­ποια επανάσταση ή υ­πήρ­χε απειλή παιδο­μα­ζώματος. Δεύ­τερον, λειτούργησε ως Κρυφό Σχολείο στην κυριολεξία κυρίως στις περιοχές όπου οι Τούρκοι έπαρχοι ήταν ιδιαί­τε­ρα σκληροί. Γι’ αυτό, οι νάρθηκες των εκκλησιών, αλλά και διάφοροι άλλοι μυστικοί χώροι χρη­σιμοποιού­νταν ως αίθουσες δι­­δα­­σκα­λίας.

ζ) Αλλά και εάν υποθέσουμε ότι οι ιστορικές μαρτυρίες είναι ισχνές, ανα­ντίρ­ρητο γεγονός τυγχάνει ότι στον ταπεινό ορθόδοξο ναό κά­τω από το φως του κα­ντη­λιού που τρεμόσβηνε, ακουγόταν, διαβαζόταν και διασωζόταν η λόγια ελληνική γλώσ­σα. ΄Ετσι, μέσω της λατρείας με­τα­διδόταν στις επό­με­νες γενιές η διαχρονική ελληνική σοφία, όπως τη διέσωσαν οι μεγάλοι Πατέρες. Κι ακόμη διδάσκονταν τα ευαγγελικά μηνύματα για δι­και­ο­σύνη, φιλαδελφία, υπομονή, θυσία, έμπονη αγάπη και ελπίδα. Τα λει­­τουρ­γικά βιβλία και ιδιαίτερα το Οκτωήχι, το Ψαλτήρι, αλλά και τα Συναξάρια μυούσαν τους Ρω­μι­ούς στις  αλή­θει­ες της πίστε­ως. Ο Εσπε­ρι­νός, ο Όρθρος, η Θεία Λειτουργία, οι Χαι­ρε­τι­σμοί και οι γιορ­τές, πού ένωναν το λαό, τε­λούνταν στις μισοσκότεινες και ταπεινές εκ­κλη­σιές σε γλώσσα ελληνική. Τελικά, μήπως με αυ­τές τις μισοσκότεινες εκκλησιές πρέ­πει να ταυτίσουμε το «Κρυφό Σχολειό»;