Η ΚΑΛΗ ΑΠΙΣΤΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΙΑ ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΣΗ

(Μακεδονία 11.4.2010)

π.Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης

α) Η θεία συγκατάβαση ως συνέχεια του μυστηρίου της θείας κένωσης δεν πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται στον Σταυρό και την ταφή. Συνεχίζεται και μετά την Ανάσταση. Ο Ανα­στάς Κύριος δεν ήλθε να επι­βά­λει βιαίως το χαρ­μό­συνο μήνυμα της Αναστάσεως στους ανθρώπους. Ούτε τους υπο­χρέ­ω­σε να το ασ­πα­σθούν απροϋπόθετα. Αποδέχεται και ως δοξασμένος Κύριος να γίνει αντικείμενο έρευνας. Αναγνωρίζει στον Θωμά τη λο­γική αδυναμία να πιστέψει και συγκαταβαίνει για μια ακόμη φορά στην ανθρώπινη αμφι­σβή­τηση.

β) Ας δούμε όμως συνοπτικά το περιεχόμενο του σημερινού ευαγγε­λί­ου, όπως περιγράφεται από τον ευαγγελιστή Ιωάννη (Ιωάν. 20.19-29). Μετά τη σταύρωση και την ταφή του Ιησού οι μαθητές σκορπίστηκαν και φόβος κατέλαβε τις ψυχές τους. Ο δι­δά­σκαλός τους είχε θανατωθεί με ατιμωτικό θάνατο. Και οι ίδιοι κινδύ­νευαν από τη μήνη των γραμματέων και Φαρισαίων. Συγχρό­νως με δυ­σπι­στία άκουγαν τις διαβε­βαι­ώ­­σεις των μυροφόρων γυναικών, ότι εί­δαν τον ανα­στη­μένο Κύριο.

γ) Κι ενώ οι μαθητές το εσπέρας της Κυριακής ήταν συναγμένοι στο υπερώο «δια τον φόβον των Ιουδαίων», και παρότι οι πόρτες ήταν κλειστές, παρουσιάσθηκε ο Κύριος και τους λέγει: «η ειρήνη να είναι μαζί σας». Ταυτόχρονα τους έδειξε τα χέ­ρια και την πλευρά του. Οι μαθητές χάρηκαν που είδαν τον Κύριο. Στη συνέχεια φύ­ση­ξε στα πρόσωπά τους λέγοντας: «Λάβετε Πνεύμα ΄Αγιον, εάν συγχωρήσετε τις αμαρτίες κάποιου του είναι συγχωρημένες· αν δεν τις συγχωρήσετε, θα μείνουν α­συγ­χώ­ρητες». Ο Θωμάς δεν ήταν μαζί τους, όταν ήλθε ο Ιησούς. Του είπαν οι άλλοι μα­­θη­τές: «Είδαμε τον Κύριο». Εκείνος απαντά: «Εάν δε δω στα χέρια του το σημάδι από τα καρφιά και δεν βάλω το δάκτυλό μου σε αυτά και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα πιστέψω».

δ) ΄Υστερα από οκτώ ημέρες ήσαν πάλι οι μαθητές συναγμένοι στο σπίτι και ο Θωμάς μαζί τους. ΄Ερχεται ο Χριστός, κι ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές, στάθηκε στο μέσον και τους είπε: «η ειρήνη να είναι μαζί σας». ΄Επειτα λέγει στο Θωμά: «Φέρε το δάκτυλό σου εδώ και κοίταξε τα χέρια μου και φέρε το χέρι σου και βάλε το στην πλευρά μου και μη γίνου άπιστος αλλά πιστός. Ο Θωμάς αποκρίθηκε: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου».

ε) Το πρώτο μέρος του ευαγγελίου, που αναφέρεται στην εμφάνιση στους μαθητές εκτός του Θωμά, αναγινώσκεται σε διάφορες γλώσσες στον  εσπερινό της Α­γά­πης του Πάσχα. Όταν κάποιος ζει το μυστήριο της ορθοδόξου πί­στε­ως και η καρδιά του γεύεται την σταυροαναστάσιμη εμπειρία, αισθάνεται την ανάγκη να την εκ­φρά­σει και προς τους «έξω». ΄Ετσι το φως της λαμπρής εκχέεται και σε άλλους λαούς, φυλές και γλώσσες. Τηρείται, έστω συμβολικά με τον τρόπο αυτό, η εντολή του Χριστού προς τους μαθητές να κηρύξουν την Ανάσταση «εις πάντα τα έθνη». Η βεβαιότητα για την αλήθεια καθιστά αναγκαία τη μαρτυρία της προς κάθε άν­θρω­πο καλής προαίρεσης. Στα λειτουργικά βιβλία περιλαμβάνεται το σημερινό ευαγγέλιο και στα τουρκικά και απαγ­γέλλονταν εμμελώς στα μέρη της Μ. Ασίας, όπου προ­φα­νώς έρχονταν και το ά­κου­γαν Τούρκοι αλλά και κρυπτοχριστιανοί.

στ) Ο απόστολος Θωμάς αποτέλεσε στο διάβα των αιώνων το σύμβολο του «α­πίστου». Όμως, ο Θωμάς δεν ήταν άπιστος. ΄Ηταν ειλικρινής αναζητητής της αλή­θει­ας. Η αμφισβήτησή του ήταν γνήσια. Δεν είχε ιδεολογικό υπόβαθρο και αντιχρι­στια­νικό πνεύμα. Γι’ αυτό και ο Χριστός ανταποκρίνεται και διαλύει τις αμ­φι­βολίες του. Φανερώνεται και δεν αρνείται να ψηλαφηθεί από τον  «άπιστο» μα­θη­τή του. Τα λειτουργικά κείμενα κάνουν λόγο για «καλή απιστία» του Θω­μά, διότι αυτή γέννησε τη βέβαιη πίστη. Στο τέλος του ευαγγελίου φαίνεται ο Κύριος να επιτιμά τον Θω­μά. «Επειδή με είδες, πί­στε­ψες», του λέει. «Μακάριοι εκείνοι που δεν με είδαν και όμως πί­στε­ψαν». ΄Ετσι μακαρίζονται οι χρι­­στιανοί όλων των αιώνων, που αποδέχονται και βιώ­νουν το κήρυγμα της Ανα­στά­σε­ως.

ζ) ΄Ισως κάποιος αναρωτηθεί: Γιατί ο αναστημένος Χριστός επέλεξε να εμφα­νι­σθεί στους μαθητές, τον Θωμά και τις μυροφόρες και δεν παρουσιάσθηκε κα­τευ­­θείαν στους σταυρωτές του, για να πιστέψουν και εκείνοι; Στο ερώτημα αυτό απαντά ο ιερός Χρυσόστομος: «Αν υπήρχε ελπίδα να τους ελκύσει στην πίστη, δεν θα αμε­λού­σε να φανερωθεί σε όλους. Κι αυτό το απέδειξε η ανάσταση του Λαζάρου, που ήταν τέσσερις μέρες νεκρός και τον ανέστησε μπροστά στα μάτια όλων. Παρά ταύτα, όχι μόνο δεν ελκύσθηκαν στην πίστη, μα εξαγριώθηκαν εναντίον του Χριστού, ώστε ήθελαν να σκοτώσουν και αυτόν και τον Λάζαρο». Τέλος, το γεγονός ότι ο «άπιστος»  μα­­θη­­τής θυσίασε μαρτυρικά τη ζωή του, για να μεταφέρει  το ελπι­δοφόρο ανα­στά­σι­μο μήνυμα στα βάθη της Ανατολής, αποτελεί μια ακόμη μαρτυρία της Ανάστασης και δι­και­ώνει τη θεία συγκατάβαση.