ΕΙΣΟΔΙΚΟΝ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ
π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης
α) Ο Ιωσήφ ο Πάγκαλος ηγείται του χορού των εορταζόντων στο μέγιστο και παγκοσμίων διαστάσεων γεγονός της θείας συγκατάβασης, της πορείας του Κυρίου προς το εκούσιον πάθος. Στο πρόσωπό του βρίσκουν εφαρμογή τα ευαγγελικά μηνύματα της συμφιλίωσης και της συγχωρητικότητας, της σωφροσύνης και της καρδιακής καθαρότητας. Μπορεί εκείνος να μην άκουσε το γλυκόηχο άγγελμα της αγάπης προς τους εχθρούς· μπορεί να μην γνώρισε από κοντά το ιλαρόν πρόσωπο του Νυμφίου της Εκκλησίας, το οποίο εμπνέει τη διακονία, τη θυσία και την τιμιότητα· μπορεί να έζησε εκατοντάδες χρόνια πριν από Αυτόν. Όμως, όλα αυτά δεν τον εμπόδισαν να αναδειχθεί άνθρωπος του Θεού, ευαγγελιστής πριν το ευαγγέλιο, σώφρων σε καιρούς αφροσύνης, υπάκουος μαθητής πριν την εμφάνιση του Διδασκάλου.
β) Ο Ιωσήφ αποτελεί τύπο, προτύπωση και προεικόνιση του Χριστού στην Παλαιά Διαθήκη. «Και ην Ιωσήφ καλός τω είδει και ωραίος τη όψει σφόδρα», αναφέρει ο συγγραφέας της Γένεσης (39,6), που αναδείχθηκε σπουδαία φυσιογνωμία, στην οποία συνδυάσθηκε άριστα το εξωτερικό κάλλος με τη λαμπρότητα του ψυχικού κόσμου. Σκεπτόμενος τον Ιωσήφ, ο νους ανάγεται στον εράσμιο Νυμφίο της Εκκλησίας, ο οποίος είναι «τω κάλλει ωραίος παρά πάντας ανθρώπους», που προσκαλεί σε εστίαση πνευματική κάθε διψασμένη και πεινασμένη ψυχή. Και πράγματι, η Μεγάλη Εβδομάδα αποτελεί συμπόσιο πνευματικό, στο οποίο έχουν κληθεί να μετάσχουν όλοι οι άνθρωποι· χορταίνουν όμως από τα πνευματικά εδέσματα, όσοι έχουν «ένδυμα γάμου», δάκρυα μετανοίας και φόβο Θεού.
γ) ΄Οπως ο Χριστός, «αμαρτίαν ουκ εποίησεν ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στοματι αυτού» (Α΄Πέτρ. 2,22), έτσι κι ο Ιωσήφ, στάθηκε τίμιος με τον εαυτό του με το Θεό των πατέρων του αλλά και τους συνανθρώπους του. Κι ενώ οι πειρασμοί της φιληδονίας και της εκδίκησης στην περίπτωσή του ήταν ιδιαίτερα απειλητικοί, εκείνος κοσμούμενος με σωφροσύνη ούτε την τιμή του κυρίου του προσέβαλε ούτε τα αδέλφια του που τον πούλησαν σκλάβο εκδικήθηκε. Και μπορεί η αιγύπτια σύζυγος του αρχιμάγειρα του Φαραώ Πετεφρή να είδε τον Ιωσήφ ως σκεύος ηδονής, εκείνος όμως δεν ενέδωσε στο πάθος. Με αμετάτρεπτη γνώμη «έφυγε την αμαρτίαν, και γυμνός ουκ ησχύνετο, ως ο πρωτόπλαστος προ της παρακοής».
δ) Η τιμιότητα όμως πληρώθηκε ακριβά, αφού οδηγήθηκε στη φυλακή. Αλλά κι εκεί η χάρη του Θεού δεν τον εγκατέλειψε. Αντίθετα, όπως γράφει ο όσιος Νικόδημος, έγινε αφορμή «με την επίλυσιν των ονειράτων, οπού εκεί εις την φυλακήν τινών βασιλικών καταδίκων έκαμε, τον εβγάνουν από την φυλακήν και εις τον βασιλέα παρρησιάζεται και κύριος πάσης γης Αιγύπτου γίνεται». Ο Ιωσήφ παρά τις αντίξοες εξωτερικές συνθήκες ακολούθησε πιστά το θέλημα του Θεού, αλλά και τη φωνή της αγνής του συνείδησης. Διότι, ενώ τα αδέλφια του τον πούλησαν, κινούμενα από φθόνο εξαιτίας της αγάπης του πατέρα τους προς αυτόν, εκείνος όχι μόνο τα δέχθηκε και τα στήριξε στην αδυναμία τους, ως «΄Αρχων γης Αιγύπτου», αλλά θεώρησε και την πώλησή του στους Ισμαηλίτες ως θέλημα Θεού!
ε) Το πάγκαλο Ιωσήφ ακολουθούν στο πνευματικό χορό οι φρόνιμες παρθένες, που κρατάνε λαμπάδες ολόφωτες γεμίζοντάς τες με λάδι, τις θείες αρετές. ΄Επονται οι πιστές μαθήτριες, η πόρνη γυναίκα, και ο ευγνώμων ληστής. Αναρωτιέται ο ευλαβής προσκυνητής της Μεγάλης Εβδομάδας, τί να πρωτοθαυμάσει από τη ιερή αυτή χορεία, την φιλόθεη ξυνωρίδα; Την επαγρύπνηση και εγρήγορση των πέντε φρονίμων παρθένων; Τα δάκρυα και τους στεναγμούς της πόρνης; Του ληστή τη μετάνοια; Την παρρησία και των θάρρος των μαθητριών; Όλα μπορούν να εμπνεύσουν. ΄Ολα κρύβουν τη φύτρα της εν Πνεύματι ζωής.
στ) Ακολουθούν τον Χριστό στο εκούσιο πάθος και συμπληρώνουν τη μεγάλη χορεία, οι φοβισμένοι, ταραγμένοι και σκεπτικοί μαθητές, που παρότι μυσταγωγούνται στο μυστήριο του σταυρού από τον ίδιο τον Κύριο, τα γεγονότα τους υπερβαίνουν και σκανδαλίζονται. Ο Ιούδας προδίδει το Διδάσκαλο και χάνεται μέσα στην εωσφορική μοναξιά και το πάθος της φιλαργυρίας. Ο Πέτρος αρνείται τον Κύριο, άλλοι μαθητές ραθυμούν, ενώ άλλοι σκορπίζονται «ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα». Χρειάσθηκαν τα δάκρυα της μετάνοιας, οι λαμπηδόνες της θείας αγάπης και η αναστάσιμη εμπειρία, για να αποκαταστήσουν οι μαθητές ως απόστολοι πλέον πλήρη κοινωνία με τον Ζωοδότη Χριστό.
ζ) Υπάρχουν κι άλλοι, που δεν θεωρούν απλώς «μακρόθεν» τα γενόμενα, αλλά καταδικάζουν ως κακούργο τον ευεργέτη, ως παράνομο το νομοθέτη, «ως κατάκριτον τον πάντων βασιλέα». Και δεν είναι μόνο οι Γραμματείς και Φαρισαίοι, είναι οι αρνητές αλλά και οι θρησκόληπτοι όλων των αιώνων που κατακρίνουν και δικάζουν όλους τους άλλους, αλλά οι ίδιοι δεν κουνούν το δάκτυλό τους να μπουν στη βασιλεία Του. Λόγω της σκληροκαρδίας και της οίησης αδυνατούν να αγαπήσουν το Θεό και το συνάνθρωπο και μένουν έξω «του νυμφώνος του Σωτήρος Χριστού».